Δεν σε κατανοούμε ρε Στέφενς!
Του Πασχάλη Μεντίζη
Μια περίεργη αίσθηση απρόσμενης ικανοποίησης διακατείχε άπαντες όσους παρακολούθησαν την εχθεσινοβραδινή αναμέτρηση. Ο ΠΑΟΚ ηττήθηκε, με τον όποιο τρόπο ήρθε τελικώς αυτή η ήττα, ωστόσο δημιουργήθηκαν σαφείς εντυπώσεις-παρακαταθήκη για τη συνέχεια.
Ας μη γελιόμαστε, ο ΠΑΟΚ δεν υπήρξε ούτε για μια στιγμή το φαβορί σ’ αυτό το ζευγάρι. Μοναδικό ορόσημο στην προσπάθειά του θα αποτελούσε το πρώτο παιγνίδι, αυτό της κοχλάζουσας Τούμπας, όπου μόνον εκεί μπορούσε να «κλέψει» το θετικό αποτέλεσμα και να πάει στον επαναληπτικό της Λισσαβόνας με το μαχαίρι στα δόντια, μ’ ένα 4-5-1 συμπαγές προενταταμένο σκυρόδεμα.
Και η Τούμπα όντως κόχλαζε. Οι ποδοσφαιριστές στάθηκαν στο ύψος τους, ο Χουμπ Στέφενς διάβασε ορθώς το παιγνίδι των Πορτογάλων, όλα συνηγορούσαν στο ότι ο ΠΑΟΚ μπορεί τελικά να ταξιδέψει με μικρό αλλά σημαντικό αβαντάζ στο Ντα Λουζ, όταν ακόμη και το 0-0 φάνταζε υψίστης σημασίας επίτευγμα. Ο παράγοντας διαιτησία, όμως, είχε σαφείς ενστάσεις.
«Τι κάνεις ρε Στέφενς;»
Πολλοί, και πάλι, σάστισαν στην αρχική ενδεκάδα που επέλεξε ο Στέφενς, κυρίως στην επιθετική της παράταξη. Έξω οι Στοχ και Λούκας, μέσα οι Ολίσε και Νίνης. Οι επιλογές του Ολλανδού τεχνικού ήταν οι αρμόζουσες για ένα τόσο δύσκολο παιγνίδι, με μια τέτοιας, σπουδαίας (ταχυ)δυναμικής ομάδας, με ακραία μπακ που οι συνεχείς προωθήσεις τους ισοπεδώνουν την όποια αμυντική διάθεση του αντιπάλου.
Όμως οι επιλογές του Στέφενς, άντεξαν. Δεν έθελξαν αλλά κράτησαν τις θέσεις τους, βοήθησαν στο πλάνο του προπονητή τους και τακτικά ήταν άψογοι. Ο Ολίσε εξαφάνισε τον... «πολύ» Μάξι Περέϊρα, ντουμπλάρισε τον Λίνο στις αναχαιτίσεις του Τζούρισιτς όποτε χρειάστηκε, έτρεξε όσο δεν θα μπορούσε να τρέξει ο Στοχ, παθιάστηκε όσο δεν έδειχνε ότι μπορεί να παθιαστεί ο Σλοβάκος.
Η επιλογή του Νίνη αντί του Λούκας ήταν για κάποιους απορία εύλογη, αλλά λογική απαίτηση για την τακτική του Στέφενς, όπως ήταν και στη Λεωφόρο. Μπορεί να μην είχε το απόλυτο επιθυμητό αντίκρυσμα, ωστόσο λειτούργησε ως ένα βαθμό, σαφώς καλύτερα απ’ ότι με τον Παναθηναϊκό. Η σκέψη είναι απλή. Ο Στέφενς ζητούσε κάποιον για τα δεξιά που θα είναι τακτικά άρτιος, που μπορεί να κρατήσει τη μπάλα και να κόψει το ρυθμό, κάποιον που διαθέτει την απαραίτητη τεχνική, που έχει την κάθετη πάσα ή την αλλαγή παιγνιδιού, κάποιον που σηκώνει κεφάλι και βλέπει γήπεδο. Γι’ αυτό επικράτησε ο Νίνης αντί του παρορμητικού, τακτικώς ασταθή και «άχρηστου» αμυντικά, Λούκας.
Θα μπορούσε ο Στέφενς να περάσει στα δεξιά τον Σαλπιγγίδη, του οποίου οι αναχαιτιστικές αρετές είναι εξαιρετικές και θα μπορούσε να ντουμπλάρει χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία τον επιρρεπή αμυντικά Κίτσιου. Θα έπαιρνε και τα φάουλ που σίγουρα θα χρειαζόταν ο ΠΑΟΚ ως ανάσες στο ασφυκτικό πρέσινγκ των Πορτογάλων και ως εν δυνάμει επιθετικές προσπάθειες με την εκμετάλλευση του επιβλητικού Ινσαουράλδε στα στημένα. Δεν θα είχε όμως την απαιτούμενη συνοχή μαζί του, το όβερλαπ δεν θα υπήρχε στο προσκήνιο και η επιθετική συμπεριφορά θα ήταν αδιέξοδη, όπως εμφατικά ήταν και στη Λεωφόρο, έναν αγώνα στον οποίο δεν συνεργάστηκαν ποτέ δημιουργικά οι δυο τους και ο Νάνο έκανε πάρτι, δεδομένα που εξ αρχής τρόμαζαν -και δικαίως- τον Ολλανδό τεχνικό.
Ο ΠΑΟΚ εχθές δεν οικοδομήθηκε με γνώμονα το να κλέψει το ματς στην κόντρα επίθεση. Άλλωστε οι έντεκα πρώτοι δεν επιλέχθηκαν με βάση την ταχύτητα και την έκρηξη για να δύνανται να φέρουν εις πέρας σωστά το τρανζίσιον. Ο Στέφενς ήξερε πως με τη διάταξη της ομάδας του, το συμπαγές κέντρο και τους ακραίους επιθετικούς να υψώνουν τα πρώτα τείχη αμυντικής προστασίας από το δεύτερο μισό της Μπενφίκα, δεν θα δεχόταν εύκολα φάση. Οι Πορτογάλοι αγκομαχούσαν να δείξουν επιθετική φερεγγυότητα, να αποδείξουν τη φόρμα τους, αλλά ματαίως. Ο Ολλανδός είχε σαφή σκοπό να ζαλίσει τους παίκτες του Ζέσους, να τους κουράσει, να τους εκνευρίσει με την αντιπαραγωγικότητά τους και να τους πιάσει στην επανάληψη στον ύπνο.
Είχε πολύ συγκεκριμένα πράγματα στο μυαλό του, και μέσα σ’ αυτά, αρχικά, βρισκόταν οι Λούκας και Βούκιτς. Δυο μονάδες που μπορούσαν να κλέψουν το παιγνίδι μετά το 70’, ο Ισπανός με το ξεπέταγμά του θα ταλαιπωρούσε τουλάχιστον δύο παίκτες των φιλοξενούμενων και ο Σέρβος θα ξεδίπλωνε το παιγνίδι, θα έδινε πλάτος και θα μοίραζε μπαλιές σε δύο ταχείς και εκρηκτικούς ακραίους, η αναμέτρηση θα έπαιρνε άλλη τροπή, το γήπεδο ίσως και να κατηφόριζε με τη συμβολή του κόσμου, φάσεις, έστω και λίγες, θα έρχονταν.
Είχε αρχίσει, ανέλπιστα, να κερδίζει έδαφος από το ξεκίνημα της επανάληψης, η Μπενφίκα έμοιαζε σαστισμένη στο πρώτο δεκαπεντάλεπτο και ακίνδυνη επιθετικά, ο ΠΑΟΚ δεν σφυροκοπούσε αλλά είχε πάρει μέτρα στο γήπεδο και η άμυνα των Πορτογάλων τον ένιωθε, έκανε δύο φάσεις, έφτασε μια ανάσα από το λυτρωτικό 1-0, αλλά ο Πίκελ γκρέμισε τις προσδοκίες και την ηθική ανάταση της ομάδας εν ριπή οφθαλμού, σε μια συγκυριακή φάση που δεν πρόδιδε απειλή για τα καρέ του Γλύκου.
Από εκεί και έπειτα, το τελευταίο μισάωρο ήταν διαδικαστικού χαρακτήρα. Η Μπενφίκα κατέβασε ταχύτητα, φρέσκαρε τη μεσαία της γραμμή, επέστρεψε στο δικό της μισό και έτσι όπως είχε δομηθεί ο ΠΑΟΚ, δεν μπορούσε να απειλήσει ουσιωδώς παρά μόνο με κάποιο σημαντικό λάθος των παικτών του Ζέσους. Το οποίο δεν ήρθε ποτέ.
Παρακαταθήκες για τη συνέχεια
Ο Στέφενς υπογράμμισε ότι ο ΠΑΟΚ έκανε ένα από τα καλύτερά του παιγνίδια. Ο «Δικέφαλος» αμυντικά ήταν άρτιος, όταν όλοι εγκυμονούσαν την αντίληψη πως η Μπενφίκα δεν θα βιώσει ένα δεύτερο «Καραϊσκάκης» και θα αλώσει την Τούμπα. Διαψεύστηκαν παταγωδώς.
Το ποδοσφαιρικό θέλγητρο της Πορτογαλίας, η φορμαρισμένη Μπενφίκα, δεν απείλησε ποτέ την εστία του Γλύκου. Η πρωτοπόρος του εγχώριου πρωταθλήματός της, η φιναλίστ του τελευταίου τελικού της διοργάνωσης, κατέγραψε μιάμιση συνολικά φάση απέναντι σε άλλο ένα νεόδμητο αμυντικό δίδυμο, κόντρα σε άλλη μία τριπλέτα... αλχημείας στο κέντρο.
Η εμφάνιση του Ινσαουράλδε ήταν καταπληκτική. Ο Αργεντινός έδεσε με τον Κατσουράνη πλάι του, ωστόσο έχω την εντύπωση πως η ολική σύσφιξη της άμυνας θα ολοκληρωθεί με την επιστροφή του Βίτορ και ο ΠΑΟΚ θα μεταμορφωθεί τόσο ραγδαία το προσεχές διάστημα, που η πρώτη γραμμή υπεράσπισης του Γλύκου θα μετουσιωθεί σε θεμελιώδη ογκόλιθο του άξονα της ομάδας.
Ο Λάζαρ. Μόχθησε να σπρώξει τον ΠΑΟΚ μπροστά, αγκομάχησε να κρατήσει τη Μπενφίκα μακριά, κράτησε, μοίρασε, έτρεξε, έθελξε. Είναι πασιφανές ότι ο Λάζαρ μάχεται για την ανανέωση του συμβολαίου του, ο πολύφημος «ανταγωνισμός» του Στέφενς φαίνεται πως δρέπει καρπούς. Τελικά ο Ολλανδός κάνει και τακτική αλλά και χρηστή διαχείριση.
Και είναι ιδιαίτερα γλυκός ο πονοκέφαλός του για τη μεσαία γραμμή. Ο Βίτορ επιστρέφει και κουμπώνει με τον Ινσαουράλδε, ο Κατσουράνης απελευθερώνεται από τα δεσμά της οπισθοφυλακής και επαναπροωθείται σε ένα πεδίο όπου ξαναμπαίνει στο χάρτη ο Λάζαρ, πρωταγωνιστεί ο Νάτχο, ρολάρει σταδιακά ο Μαντούρο, απαιτείται ο Κάτσε, έρχεται ο Μάρτενς.
Όλα αυτά μπαίνουν στη φαρέτρα εν όψει των δίχως αύριο ντέρμπι κόντρα στον Ολυμπιακό. Στον επαναληπτικό της Λισσαβόνας ο ΠΑΟΚ θα πάει να μαγειρέψει με τα ίδια υλικά, κι ό,τι βγει. Δεν έχει τίποτα να χάσει, πολλά να κερδίσει. Όπως πολλά οφέλη αποκόμισε από εχθές, με κυριότερο όλων, την πίστη του υγιώς σκεπτόμενου κόσμου στο πλάνο του προπονητή. Οι υπόλοιποι ας πνιγούν (για λίγο ακόμα) στην ανυπομονησία, την πολυκέλαδη μιζέρια των ερτζιανών και τη διαχρονική γκρίνια που διέπει τη νοοτροπία ενός ανερμάτιστου ποδοσφαιρικά, σύγχρονου Έλληνα «φιλάθλου».
Κώδικας: Επιλογή όλων
http://www.voria.gr/index.php?module=news&func=display&sid=168198