«Καθίστε να χάσετε»: «ρετσινιά» και «δικτατορία»!
Ο Γιάννης Σερέτης γράφει, με αφορμή το Μαρσέιγ – Μονπελιέ 1-3 για τις… οικειοθελείς ήττες που δεν αφορούν χρήματα, αλλά ζητήματα τιμής και ποδοσφαιρικής ατιμίας.
Δεν το παρακολούθησα το Μαρσέιγ – Μονπελιέ 1-3. Είδα τα highlights. Δεν μου φάνηκε κάτι «κραχτό» από την πλευρά των παικτών της ούτως ή άλλως κακής για τα δεδομένα του ονόματός της και του ρόστερ της, ομάδας του Ντεσάμπ. Για όσους δεν έχετε διαβάσει το story: 1. Η Μαρσέιγ δεν έχει στόχο στο πρωτάθλημα. 2. Προερχόταν από εννέα ματς χωρίς νίκη. 3. Υποδεχόταν την Μονπελιέ που ήθελε νίκη για να διατηρήσει το προβάδισμα 3 βαθμών από την «μισητή» της Μαρσέιγ, Παρί Σεν Ζερμέν, από την οποία η ομάδα που απέκλεισε τον Ολυμπιακό στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ είχε ηττηθεί πριν από μια εβδομάδα εκτός έδρας με 2-1. 4.
Οι οργανωμένοι οπαδοί της Μαρσέιγ κατά τη διάρκεια της εβδομάδας είχαν εκφράσει από τις ιστοσελίδες τους την επιθυμία που συνοψίζεται στο «καθίστε να χάσετε». 5. Το «Βελοντρόμ» δεν ήταν γεμάτο ούτε στις θέσεις των οργανωμένων, οι οποίοι είχαν κρεμάσει ανάποδα τα «κανονικά» πανό τους και είχαν αναρτήσει το περίφημο πλέον «10 defaites et c’ est pas fini on rentre dans n’ histoire” («10 απώλειες και επιτέλους τέλος, επιστρέφοντας στην ιστορία»). 6. Η επιθυμία των οργανωμένων οπαδών δεν εδραζόταν μόνο στην αιώνια αντιπαλότητα Μαρσέιγ – Παρί, αλλά και στο ότι το 1999 η PSG είχε… καθίσει να χάσει (σύμφωνα με τους οπαδούς της Μαρσέιγ) εντός έδρας 2-3 από την Μπορντό, η οποία διεκδικούσε και τελικά πήρε το πρωτάθλημα από τους Μαρσεγέζους.
Βλέποντας τα highlights δεν βγάζεις συμπέρασμα για τέτοιου είδους αγώνα και μάλιστα στην έδρα αυτής που θεωρητικά «κάθεται να χάσει», την οποία, παρεμπιπτόντως δεν χωρίζουν… έτη φωτός ποιοτικά συγκριτικά με τον αντίπαλό της. Ρώτησα συνάδελφο πωρωμένο με το γαλλικό ποδόσφαιρο, τη Γαλλία με τα καλά και τα κακά της, τον Μισέλ Πλατινί και οτιδήποτε έχει σχέση με τους «Φρανσουάδες». Μου είπε ότι η Μαρσέιγ δεν το πάλεψε το ματς (0-1 στο 7’, 1-1 στο 33’, 1-2 στο 49’ ο πρώτος σκόρερ Ζιρού, 1-3 ο θαυμάσιος 22χρονος Μαροκινός Μπελαντά με καταπληκτικό γκολ). Τον πιστεύω.
Ανέτρεξα στις δηλώσεις της Μαρσέιγ κατά τη διάρκεια της εβδομάδας. «Ποτέ δεν θα προετοιμάσω την ομάδα μου για να χάσει έναν αγώνα. Είναι αδύνατο να συμβεί κάτι τέτοιο. Ξέρω πολύ καλά τι σημαίνει το παιχνίδι για τους αντιπάλους μας. Ωστόσο αν μας νικήσουν θα είναι μόνο επειδή το αξίζουν», είπε με «σχόλια – «καβάτζες» ο Ντεσάν και ο Αντρέ Αγιού είχε υπογραμμίσει τον επαγγελματισμό των παικτών των γηπεδούχων: «Καταλαβαίνω ότι οι οπαδοί μας δεν θέλουν να δουν την Παρί να παίρνει το πρωτάθλημα. Εμείς όμως είμαστε επαγγελματίες και ως τέτοιοι θα αντιμετωπίσουμε την αναμέτρηση με την Μονπελιέ».
Ρώτησα τον συνάδελφο αν αυτό… γίνεται συχνά σε ένα από τα πλέον αξιόπιστα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, όπου με εξαίρεση τις σύντομες «αυτοκρατορίες» της Σεντ Ετιέν (7 πρωταθλήματα στην περίοδο 1967 – 1976), της Μαρσέιγ του Ταπί (πέντε διαδοχικά στην περίοδο 1989-1993, το τελευταίο της αφαιρέθηκε λόγω του σκανδάλου) και της Λιόν του Ολάς (επτά διαδοχικοί τίτλοι από το 2002 ως το 2008, ως το 2002 δεν είχε πάρει ούτε έναν!), οι πρωταθλητές αλλάζουν σαν τα… πουκάμισα. 16 διαφορετικές ομάδες έχουν πάρει έστω έναν τίτλο από το 1932 και η κατάταξη είναι εντυπωσιακή: 10 η Σεντ Ετιέν, 9 η Μαρσέιγ, 8 η Ναντ, 7 η Λυών, 6 η Ρεμς, 4 η Νις, 3 η Λιλ, 2 η Σοσό και η Παρί Σεν Ζερμέν (το τελευταίο το 1994!).
Μου απάντησε «όχι». Πρόσθεσε, όμως, ότι τρεις ομάδες, η Σεντ Ετιέν, η Μαρσέιγ και η Παρί, με πολύ ισχυρούς πυρήνες σκληρών οργανωμένων οπαδών, γίνονται πολλές φορές «αιχμάλωτοι» των επιθυμιών τους. Και κάπου εδώ κρύβεται η ουσία: ποια η επίδραση των οπαδών σε αντίστοιχες καταστάσεις; Πρόκειται για ένα ιδιότυπο καθεστώς «δικτατορίας» στην ομάδα και επιβολής των «θέλω» τους για την ήττα; Πόσο επηρεάζεται ο πρόεδρος, ο παίκτης, ο προπονητής; Για πολλοστή φορά κάτι νόμιμο (και στον αθλητισμό) δεν είναι ηθικό. Όμως νομίζω πως δεν είναι αυτή η κυρίαρχη πτυχή του θέματος.
Ακόμη θυμάμαι τους ΠΑΟΚτσήδες να βρίζουν και να μουτζώνουν τον (προφανώς εκτός κλίματος) Μάρτσιν Μίετσελ την άνοιξη του 2005, όταν ο Πολωνός άνοιγε το σκορ στο Καλαμαριά – ΠΑΟΚ 3-1, και εκείνοι ήθελαν την ήττα της ομάδας τους για να υποβιβαστεί ο Αρης (είχαν πάει, μάλιστα στο γήπεδο για να… πανηγυρίσουν την ήττα τους!). Όπως και τους φίλους του Ολυμπιακού στα 18 μου, (το 1993) στα «πέτρινα» χρόνια του ΟΣΦΠ, που ζητούσαν την ήττα στη Νέα Φιλαδέλφεια για να πάρει στο τελευταίο ματς τον τίτλο η ΑΕΚ και όχι ο Παναθηναϊκός (3-1 τελικό σκορ υπέρ της Ενωσης το ματς και το πρωτάθλημα), που ήταν από το 1984 ως το 1997 οι κυρίαρχες και οι καλύτερες ομάδες στην Ελλάδα.
Είναι λάθος άραγε η γενίκευση; Θα ήθελαν ΟΛΟΙ οι οπαδοί της Μαρσέιγ, του ΠΑΟΚ, του Ολυμπιακού, την ήττα της ούτως ή άλλως αδιάφορης ομάδας τους για να βλάψουν τον «αιώνιο»; Νομίζω ναι, για την συντριπτική πλειονότητα όχι μόνο των οργανωμένων, αλλά ΟΛΩΝ των φίλων των ομάδων σε όλα τα μήκη και πλάτη της ποδοσφαιρικής γης, όπου υπάρχει αντιπαλότητα δεκαετιών μεταξύ συλλόγων. Ποιο το όφελος; Η εφήμερη χαρά για την αποτυχία, το κλάμα, τον διασυρμό του αντιπάλου.
Ιστορικοί και οι τίτλοι και οι υποβιβασμοί. Πιο «ιστορική», θαρρώ, όμως, θα ήταν μια fair play ποδοσφαιρική πράξη σε αντίστοιχες καταστάσεις. Διότι ανεξίτηλες δεν είναι μόνο οι επιτυχίες και οι αποτυχίες. Αλλά και οι «ρετσινιές».
http://www.gazzetta.gr/giannis-seretis/ ... oria%C2%BB