Το βάζω εδώ, ας μεταφερθεί όπου είναι καλύτερα γιατί λέει κάποια πράγματα πολύ ενδιαφέροντα και άμεσα εφαρμόσιμα για να γίνει ο ΠΑΟΚ πρωταθλητής.
Ο συγχρονισμός δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερος και η σύγκριση πιο αδυσώπητα οδυνηρή. Την ημέρα που η Borussia Dortmund κέρδιζε και μαθηματικά την Bundesliga ως επιστέγασμα της ομάδας-πρότυπο που δημιούργησε, αρκετά χιλιόμετρα πιο νότια γινόμασταν μάρτυρες άλλης μίας άθλιας παράστασης του ελληνικού ποδόσφαιρου. Οι διαφορές είναι χαώδεις. Και δεν αναφερόμαστε στις αγωνιστικές διαφορές των ελληνικών ομάδων με τις ομάδες των μεγάλων πρωταθλημάτων. Αυτές είναι εφικτό να παρακαμφθούν, όπως έχει δείξει το πρόσφατο παρελθόν στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Ο λόγος γίνεται για τη γενικότερη προσέγγιση του προϊόντος, τους ανθρώπους που το περιτριγυρίζουν και την ευρεία απήχηση που έχει στην κοινωνία σε σχέση με εδώ.
Στο ερώτημα τι μπορεί να γίνει ώστε να δούμε κάτι διαφορετικό στο μέλλον στην Ελλάδα, η απάντηση είναι απλή: τίποτα. Οι όποιες εμπεριστατωμένες απόψεις ακούγονται κάθε φορά σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ανεδαφικό να εφαρμοστούν. Το τραστ των νταβατζήδων που διοικούν το ελληνικό ποδόσφαιρο απέδειξε φέτος ότι είναι πολύ ισχυρό και πως επίσης πολύ ισχυροί μεγαλοπαράγοντες των ομάδων θέλουν να το διατηρούν για να εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους. Με αυτή τη νοοτροπία χάθηκε και η μεγαλύτερη ευκαιρία που δόθηκε ποτέ σε αυτήν την κωλομοσπονδία και τον τότε πρόεδρο της (ο οποίος δημιούργησε αυτό το κύκλωμα που συντηρείται μέχρι σήμερα) να φτιάξει ένα πρωτάθλημα υψηλών προδιαγραφών όταν η Εθνική Ελλάδος χάρη σε έναν ξένο κατάφερε να κερδίσει το Euro 2004 και παράλληλα να εκτοξευθεί το ενδιαφέρον του κόσμου στα ύψη για το ποδόσφαιρο στη χώρα μας. Η μοναδική ελπίδα μας θα ήταν ένα «ποδοσφαιρικό ΔΝΤ», η παράδοση των κλειδιών στην UEFA ώστε να αποφασίζει αυτή για όλα. Τιμωρίες ομάδων, διαχείριση εσόδων, διαιτησία, νόμους και τήρηση αυτών. Αν δεν είναι διαθέσιμη η UEFA, ας χτυπήσουμε την πόρτα της DFL ή της Premiership. Μόνο που το τραστ των νταβατζήδων και κυρίως αυτών που τους στηρίζουν δεν αφήσει ποτέ να συμβεί κάτι τέτοιο.
Όμως το άρθρο δεν προορίζεται για να αναλύσει το χάλι του ελληνικού ποδοσφαίρου, άλλωστε αυτό θα αποτελούσε καθαρή σπατάλη έστω και της λίγης ενέργειας που απαιτείται για τα λακτίσματα στο πληκτρολόγιο ενός υπολογιστή. Εδώ θα επιχειρήσουμε μία προσέγγιση στο φαινόμενο Dortmund, μιας ομάδας που απέδειξε με τον πλέον καταφανή τρόπο φέτος στη Γερμανία πως τα χρήματα δεν αγοράζουν απαραίτητα την επιτυχία.
Μια ανάσα από την πτώχευση
Δεν έχουν περάσει καν έξι χρόνια από τη μέρα που η Dortmund βρέθηκε μία ανάσα από τη διάλυση. Με €117 εκατομμύρια χρέη να τη βαραίνουν, κάλεσε σε γενική συνέλευση τους πιστωτές της προκειμένου να εγκρίνουν ή όχι το σχέδιο εξυγίανσης των διοικούντων της, στο οποίο μεταξύ άλλων προβλεπόταν και η οικειοθελής παραίτηση από τους πιστωτές από ένα μέρος των οφειλομένων. Το σχέδιο (το οποίο προφανώς δεν έχει σχέση με αγωνιστικό πλάνο ή κάτι τέτοιο) ήταν καλοδουλεμένο και έπεισε τη συντριπτική πλειοψηφία των πιστωτών, που έδωσαν το «πράσινο» φως στη συνέχιση του έργου των ανθρώπων της BVB. Τα χρέη σήμερα έχουν πέσει στο μισό και γενικότερα δεν προβληματίζουν, αφού κάθε χρήση έκτοτε είναι κερδοφόρος, ενώ το μεγάλο επίτευγμα είναι ότι αγοράστηκε εκ νέου το γήπεδο, το οποίο η Dortmund είχε πουλήσει για να ανταπεξέλθει στα χρέη.
Όλα αυτά κατέστησαν εφικτά χάρη στην αλλαγή νοοτροπίας των παραγόντων. Η BVB είχε κερδίσει τρία πρωταθλήματα την τελευταία δεκαετία, το 1995, το 1996 και το 2002, τα οποία όμως ήταν λίγο-πολύ «αγορασμένα». Ο τότε πρόεδρος, Gerd Niebaum, είχε ξοδέψει μεγάλα χρηματικά ποσά από υπερχρεώνοντας το σύλλογο προκειμένου να φέρει ακριβοπληρωμένους παίκτες. Όταν κάποια στιγμή ήρθε ο αποκλεισμός από τους ομίλους του Champions League από την Club Brugge το 2004 ήρθε η μεγάλη κατηφόρα. Η νέα διοίκηση δεν είχε άλλη επιλογή από το να πορευθεί με φτηνούς νεαρούς ποδοσφαιριστές και πωλήσεις της «αφρόκρεμας». Η συνέπεια ήταν μια πενταετία μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας σε αγωνιστικό επίπεδο, με τη μία πίκρα να διαδέχεται την άλλη. Το μεγάλο όπλο σε αυτήν την πορεία ήταν η στήριξη του κόσμου. Είτε έχανε είτε κέρδιζε, η BVB είχε 80.000 κόσμο στο γήπεδο. Σε όλο αυτό το διάστημα ήταν 2η ομάδα σε μέσο όρο εισιτηρίων στην Ευρώπη, αφήνοντας πίσω της κολοσσούς του ποδοσφαίρου σε μια πόλη που δεν ξεπερνά τον πληθυσμό των 700.000 κατοίκων.
Ο ερχομός του Jurgen Klopp
Παρότι το καλοκαίρι του 2008 η ομάδα πλέον είχε αρχίσει να στέκεται στα πόδια της και δεν είχε πια άμεσα οικονομικό πρόβλημα, η διοίκηση δεν ήθελε να φύγει από τη γραμμή που είχε χαράξει τα προηγούμενα χρόνια. Τότε προπονητής ήταν ο Thomas Doll, που μάλιστα είχε μόλις οδηγήσει την ομάδα στον τελικό κυπέλλου και στην ευρωπαϊκή έξοδο, αλλά για να μείνει ζήτησε να γίνουν κάποιες προσθήκες «ακριβών» ποδοσφαιριστών. Αυτό δεν έγινε αποδεκτό από την τριάδα των «ισχυρών» (Rauball, Watzke και τον τεχνικό διευθυντή, Michael Zorc) και του έδειξαν την πόρτα της εξόδου. Την ίδια εποχή ο Jurgen Klopp είχε σχεδόν συμφωνήσει με το Hamburg, αλλά κάποιοι στο συμβούλιο αντέδρασαν και η συμφωνία δεν υλοποιήθηκε. Έτσι, άνοιξε ο δρόμος για να έρθει ο Klopp στο Dortmund και να δέσει αρμονικά με το σχήμα που βρήκε εκεί. Όλοι του αποδίδουν ένα πολύ μεγάλο μερίδιο στην επιτυχία.
Η πολιτική ήταν η εξής: επένδυση στο σκάουτινγκ για ποδοσφαιριστές που αγωνίζονται στη Γερμανία και είναι ηλικίας χονδρικά από 16 έως 20 χρονών και 1 με 2 μεταγραφές ποιοτικών ποδοσφαιριστών από το εξωτερικό. Έτσι, έγινε σταδιακά ένα «παιδομάζωμα» σπουδαίων ταλέντων που αποκτήθηκαν με χαμηλό κόστος, όπως οι Hummels (Bayern), Subotic (Mainz), Großkreutz (Ahlen), Sven Bender (1860 Munchen), ενώ έχουν αγοραστεί και άλλοι, οι οποίοι προς το παρόν αγωνίζονται δανεικοί σε άλλες ομάδες. Σε αυτούς προστέθηκαν ποδοσφαιριστές από την ίδια την ακαδημία της ομάδας, όπως οι Schmelzer, το παιδί-θαύμα Mario Gotze και ο 23χρονος Nuri Sahin, που έκανε ντεμπούτο στην Bundesliga στα 16, αλλά ωρίμασε ποδοσφαιρικά μόλις πέρσι. Στο μεταγραφικό παζάρι, σημαντικά ποσά δόθηκαν μόνο για τρεις ποδοσφαιριστές την τελευταία διετία. Τους επιθετικούς Barrios (4,2 εκ.), Lewandowski (4,7 εκ.) και την εξαγορά του Hummels από την Bayern. Σκεφθείτε ότι πάνω-κάτω αυτά τα χρήματα κοστίζει και ο Raul Bobadilla. Προσθέστε και το «λαχείο» Kagawa, που κόστισε μόλις 300.000 ευρώ και έκανε μαγικά πράγματα στον 1ο γύρο και έχετε μια πλήρη εικόνα του ρόστερ της Borussia Dortmund, που κέρδισε με μεγάλη άνεση τον φετινό τίτλο και απέσπασε καθολικά τα εύσημα από όλους τους αντιπάλους της, όπως μπορείτε να δείτε στο παρακάτω βίντεο. Τα δε σχόλια του γερμανικού τύπου περιορίζονται σε ατάκες του τύπου «σπάνια κατακτώνται τίτλοι στην Bundesliga πιο δίκαια απ’ ότι ο φετινός της BVB».
Οι καινοτομίες στην προπόνηση
Πέρα όμως από τις κινήσεις έξω από τις τέσσερις γραμμές του γηπέδου, ο Jurgen Klopp εφάρμοσε ένα επαναστατικό σύστημα προπόνησης, το οποίο έχει ως σκοπό να προπονήσει τον εγκέφαλο και με μια πρώτη ματιά δεν έχει καμία σχέση με το ποδόσφαιρο. Το δόγμα της είναι το ακριβώς αντίθετο με το «επανάληψη μήτηρ πάσης μαθήσεως». Μέσα από διαφορετικούς και ασυνήθιστους συνδυασμούς κινήσεων και συγχρονισμών στην προπόνηση στόχος είναι να επιτευχθεί η ενεργοποίηση και η σύνδεση τμημάτων του εγκεφάλου, που φυσιολογικά δεν χρησιμοποιούνται. Εφαρμόζεται αυτή τη στιγμή σε παιδιά ηλικίας 12 έως 19 ετών από έναν προπονητή στο Βέλγιο και σε επαγγελματικό επίπεδο μόνο από κάποιες ομάδες στη Γερμανία. Από το 2007 ο Horst Lutz ίδρυσε την «Life-Kinetic» με στόχο να εξυπηρετήσει τις ανάγκες ομάδων που θέλουν να ενσωματώσουν αυτό το είδος ασκήσεων στις προπονήσεις τους. Όσοι θέλετε να μάθετε περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να τις βρείτε
http://www.lifekinetik.com/home.html?&L=1.
Πρώτος το «δέχτηκε» ο Ralf Rangnick στη Hoffenheim, με θαυματουργά αποτελέσματα για μισή σεζόν το 2008-09. Άλλοι σύλλογοι που τη χρησιμοποιούν είναι η Freiburg και η Nurnberg. Ομάδες μικρού βεληνεκούς που έχουν κάνει εξαιρετικές πορείες φέτος. Όταν ο Klopp είδε αυτό το είδος προπόνησης το λάτρεψε από την πρώτη στιγμή και την έκανε θεμέλιο λίθο των προπονήσεών του. Δεν αρκούσε όμως μόνο ο συγχρονισμός. Η Borussia παίζει σε πολύ υψηλό ρυθμό, δίνοντας μεγάλη βαρύτητα στο λεγόμενο «transition game», οπότε χρειαζόταν επιπλέον πολύ καλή φυσική κατάσταση, σε συνδυασμό με το νεαρό της ηλικίας των παικτών. Έτσι, προσλήφθηκε το 2008 ο Oliver Bartlett, που ήταν τότε γυμναστής της Εθνικής U21 της Γερμανίας και εν συνεχεία ανέλαβε και την Ανδρών. Κοινώς, πήραν ό,τι καλύτερο κυκλοφορούσε. Ο Bartlett έφερε μαζί του έναν συνεργάτη του, τον Florian Wangler, που είχε ζήσει κάποιους μήνες στις ΗΠΑ σε σχολή που διδάσκει καινοτόμες μεθόδους εκγύμνασης και βελτίωσης της φυσικής κατάστασης, τις οποίες είχε εφαρμόσει και ο Jurgen Klinsmann με Αμερικάνους γυμναστές στην τουρμποκίνητη Εθνική Γερμανίας του Mundial 2006. Τότε που κάποιοι είχαν βγάλει το αβίαστο συμπέρασμα ότι οι Γερμανοί ήταν «τίγκα στην ντόπα».
Όπως διαπιστώνετε, η επιτυχία δεν αποτέλεσε συνέπεια μίας ή δύο κρίσιμων αποφάσεων, αλλά μια αλυσίδα κινήσεων και στρατηγικής, η οποία δημιούργησε ένα πραγματικά εκρηκτικό αποτέλεσμα μέσα στο γήπεδο. Η διαφορά με άλλους συλλόγους, όπως η Hoffenheim ή η Mainz, που ακολουθούν ανάλογες στρατηγικές, είναι το ειδικό βάρος και η στήριξη από τον κόσμο που απολαμβάνει η Borussia, στοιχεία που της δίνουν μια θέση ούτως ή άλλως στο κλαμπ των «μεγάλων». Εκεί που δεν συγκαταλέγεται στους «μεγάλους» είναι στο μπάτζετ. Διαπιστώνουμε το μέγεθος της φετινής επιτυχίας, αν αναλογιστούμε ότι το μπάτζετ της Dortmund κινήθηκε φέτος στα 35 εκατομμύρια ευρώ και ήταν χαμηλότερο από ομάδες όπως π.χ. η Koln ή η Gladbach, που παλεύουν για την παραμονή. Ούτε λόγος για σύγκριση με τα υπέρογκα μπάτζετ συλλόγων όπως το Hamburg, η Schalke ή η Wolfbsurg, που απέτυχαν παταγωδώς φέτος στο πρωτάθλημα.
Η προοπτική
Ήδη έχουν γίνει οι απαραίτητες κινήσεις ώστε να συνεχιστούν οι επιτυχίες και τα επόμενα χρόνια. Μέσα στη χρονιά ανανεώθηκαν όλα τα συμβόλαια των ποδοσφαιριστών τα οποία έληγαν το 2012 (!) και έτσι όποια ομάδα θέλει να αποκτήσει κάποιο από τα στελέχη του φετινού ρόστερ θα πρέπει να βάλει βαθειά το χέρι στην τσέπη. Με εξαίρεση ίσως τον χαρισματικό Sahin, που έχει χαμηλή ρήτρα. Ήδη, πάντως, ανακοινώθηκε η απόκτηση για τη νέα σεζόν ενός παίκτη με παραπλήσια χαρακτηριστικά, του 21χρονου Ilkay Gundogan από τη Nurnberg. Πάντως, παρά τα εγγυημένα έξτρα έσοδα από το Champions League, η μεταγραφική πολιτική δεν θα αλλάξει. Τα μισά θα πάνε σε υποδομές και τα άλλα μισά σε περαιτέρω μείωση του χρέους.
http://www.sportena.com/2011/05/manios- ... es-videos/