THE WRESTLER (2008)
Όσο ο Παλαιστής βρίσκεται στο ρινγκ, ζει. Κι όσο μάχεται, αναπνέει. Έξω απ’αυτό, και για όσο η ιδιότητα του βρίσκεται σε καταστολή, έχει μόνο την θνητότητα του να «αντιμετωπίσει». Δηλαδή, την προσωρινή φύση της ύπαρξής μας – αυτό που μας χωρίζει από το Θεό. Τον Θεό που, παρά την σοφία του, απέτυχε να συνειδητοποιήσει πώς αυτή η δυαδικότητα θα ξέσκιζε για πάντα τις ψυχές των δημιουργημάτων του.
Οι χριστιανικές καταβολές του Παλαιστή, της τελευταίας ταινίας του Ντάρεν Αρονόφσκι, γίνονται φανερές με την πρώτη θέαση. Χρειάζονται όμως ακόμη κι άλλες για να αντιληφθεί κανείς τις βαθιές τους ρίζες στο – εντέλει – πάμπλουτο δραματουργικό σώμα της.
Ο σεναρίστας Ρόμπερτ Σίγκελ πατά γερά στον Τελευταίο Πειρασμό του Καζαντζάκη, αλλά σοφά επιλέγει να ξεκινήσει από τα προφανή: ο Παλαιστής του δεν μάχεται για τη νίκη, αλλά για το θέαμα. Όπως κάθε παλαιστής του κατς. Γι’ αυτό άλλωστε και η υπερβολή βασιλεύει στο ρινγκ. Μαζί της, και μια μεγαλοστομία που μας πηγαίνει πίσω στο χρόνο, στις ρίζες ενός αρχαίου θεάματος, αν και, για τους περισσότερους, αυτός ο “αθλητισμός” είναι παντελώς αναξιοπρεπής. Και είναι αναξιοπρεπής, λένε, επειδή το αποτέλεσμα σε κάθε αγώνα είναι προδιαγεγραμμένο και οι συμμετέχοντες βάζουν τα δυνατά τους για να αναπαραστήσουν το ακριβώς αντίθετο.
Λάθος και στα δυο.
Πρώτον, είπαμε, το κατς δεν είναι αθλητισμός, είναι θέαμα. Και δεύτερον, το αν οι αγώνες του είναι στημένοι ή όχι, αποτελεί μια λεπτομέρεια που αφήνει εντελώς αδιάφορο το κοινό. Δεν μιλάμε για πυγμαχία άλλωστε. Εκεί, ο καλύτερος κερδίζει. Στο κατς, αυτό δεν έχει κανένα νόημα μιας και ο θεατής δεν δίνει δεκάρα για την όποια λογική κατάληξη της αναμέτρησης. Ο ρόλος του παλαιστή δεν είναι να κερδίσει. Είναι να προσφέρει το θέαμα που απαιτείται από αυτόν. Για να προσφέρει την κάθαρση στο κοινό του: σε μια πολύ χαρακτηριστική σκηνή πάλης, ένας, καθηλωμένος σε αναπηρική καρέκλα θαυμαστής, προσφέρει στον Ράντι το τεχνητό του μέλος, ως όπλο ενάντια στον αντίπαλο του.
Rewind: Είκοσι χρόνια πριν, την δεκαετία του ‘80, το άστρο του Ράντι «The Ram» μεσουρανούσε. Το πρόσωπο του βρισκόταν παντού: σε video-games, σε πλαστικές κούκλες και σε τηλεοπτικά σόου. Εποχές που ανήκουν στο παρελθόν. Σήμερα, ο Ράντι διασκεδάζει ακόμα τα πλήθη, αλλά με μεγάλο προσωπικό κόστος. Τιγκαρισμένος στα στεροειδή και τα παυσίπονα, αναρριχάται στα ρινγκ κάθε βράδυ γιατί αυτό το performance είναι η μόνη ζωή που ξέρει. Η κάμερα του Aronofsky τον παρακολουθεί διαρκώς από κοντά, και μεις, αναρριχώμαστε μαζί του, νοιώθουμε τα χτυπήματα κι αισθανόμαστε τον ιδρώτα.
Μονάχα ένας άνθρωπος δείχνει να τον νοιάζεται, μια εξίσου ξεπεσμένη στρίπερ που κουβαλά όμως κι εκείνη τους δικούς της περιορισμούς. Τον γουστάρει όμως. Την γουστάρει κι αυτός. Τα πίνουν παρέα και μνημονεύουν τις αγαπημένες τους μπάντες. “Motley Crue, Def Lepard” φωνάζει εκείνη, “Guns'n'roses και Quiet Riot” απαντά αυτός ενθουσιασμένος. Και ολοκληρώνει λέγοντας της “γιατί, μετά τα 80s, ο κόσμος βάλθηκε να μας πείσει πως είναι κακό να περνάς καλά; Ήρθε αυτός ο Κομπέιν και μας τα γάμησε όλα...”.
Η επιτυχία του The Wrestler έγκειται στο πως μετατρέπει τις φαινομενικά πολυφορεμένες και κλισαρισμένες πτυχές της πλοκής σε φορείς ατόφιου συναισθήματος: η καρδιά του Ράντι αρχίζει να τον προδίδει και μια καρδιακή προσβολή τον στέλνει στο νοσοκομείο, και στην αναθεώρηση όλης του της ζωής. Με την κόρη του δε, έχει να μιλήσει σχεδόν δέκα χρόνια. Και όλα αυτά ενώ, στο πρόγραμμα, “παίζει” ένας μεγάλος αγώνας με τον προ εικοσαετίας ανταγωνιστή του. Αυτό, το τελευταίο, που μπορεί και να τον οδηγήσει στον θάνατο, το «χρωστάει» στο κοινό του. Στην «οικογένεια» του, όπως θα τους αποκαλέσει στον μονόλογο του, λίγο πριν το τέλος. Ή αλλιώς, στους πιστούς του.
Στον Τελευταίο Πειρασμό, ένας άγγελος έρχεται να σώσει τον Χριστό από τον θάνατο του στο σταυρό. Κι αυτός, παραδομένος στην ανθρώπινη του φύση, παντρεύεται. Τεκνοποιεί. Ζει την ζωή των άλλων. Μέχρι που οι γερασμένοι απόστολοι τον ανακαλύπτουν, τον κατηγορούν για προδοσία και τον λιθοβολούν. Στο τέλος, βέβαια, η «κανονικότητα» αυτής της ζωής, οι χαρές, οι γάμοι και τα παιδιά εξαφανιζόταν, ως παραίσθηση σταλμένη από τον διάβολο, και όλα γινόντουσαν όπως έπρεπε να γίνουν. Όπως ήταν «γραφτό».
Εδώ, η επιφανειακή απλότητα του σεναρίου του Παλαιστή, αποκαλύπτεται ως η μεγαλύτερη αρετή του. Γιατί στο ρινγκ, ακόμη και στα πιο αχανή βάθη της εθελοντικής ατίμωσης τους, οι παλαιστές παραμένουν Θεοί, επειδή, για μια στιγμή, συνιστούν την καθαρή χειρονομία που χωρίζει το καλό από το κακό, και παρουσιάζει τη μορφή μιας δικαιοσύνης που, επιτέλους!, μπορούμε να κατανοήσουμε και να ασπαστούμε. Και όταν ο Ράντι βάζει στην άκρη τις χαρές μιας άλλης ζωής, όταν αφήνει πίσω του μια σύντροφο και μία κόρη, όταν πετά στα σκουπίδια την σύμβαση μιας ζωής μακριά από τον ρινγκ, τον σταυρό του, κερδίζει με το αίμα του την ανάληψη του στους ουρανούς – και μάλιστα με την κυριολεκτική έννοια του όρου.
by Άκης Καπράνος
