Δόκτωρ Φερνάντο Σάντος λοιπόν, διότι...
Φερνάντο Σάντος: Ένας μαέστρος της τακτικής
Σύνταξη: Βασίλης Μαυρόπουλος
Μετριοπαθής loser ή διδάσκων του ποδοσφαιρικού ρεαλισμού; Ο Φερνάντο Σάντος ως προπονητής ποδοσφαίρου είναι και (λογικά) θα εξακολουθήσει να είναι σημείο αμφιλεγόμενο. Αυτό, πάντως, που αποδέχονται όλοι είναι ότι κάνει τη δουλειά του σεμνά και ταπεινά, χωρίς τυμπανοκρουσίες και μεγάλα λόγια. Έχει τη δική του φιλοσοφία και αυτή προσπαθεί να περάσει και στους εκάστοτε ποδοσφαιριστές που έχει υπό την εποπτεία του. Μότο του είναι η φράση: «Όταν δεν μπορούμε να κερδίσουμε έναν αγώνα, πρέπει τουλάχιστον να μην τον χάνουμε».

Ο Φερνάντο Μανουέλ Φερνάντες Ντα Κόστα Σάντος γεννήθηκε στη Λισσαβώνα της Πορτογαλίας στις 10 Οκτωβρίου 1954, είναι Πορτογάλος και πρώην ποδοσφαιριστής. Ξεκίνησε από τα τμήματα υποδομών της Μπενφίκα, ενώ αγωνίστηκε επίσης στη Μαρίτιμο και την Εστορίλ, όπου έκλεισε την ποδοσφαιρική του καριέρα σε ηλικία 21 ετών, αγωνιζόμενος στη θέση του δεξιού οπισθοφύλακα.
Ο Φερνάντο Σάντος ελκυόταν και από τις τεχνολογικές επιστήμες, εξ’ ου και το πτυχίο ηλεκτρολόγου-μηχανικού που πήρε το 1977. Με βάση αυτό, έπιασε και την πρώτη του δουλειά σε ξενοδοχειακή μονάδα της Πορτογαλίας. Παράλληλα, φυσικά, δε θα μπορούσε να αφήσει τη μεγάλη του αγάπη, το ποδόσφαιρο, αν και πλέον έπαιζε ερασιτεχνικά. Όταν εγκατέλειψε οριστικά την ενεργό δράση, ήταν 33 ετών και έπρεπε να επιλέξει ανάμεσα στη συμβατική ζωή ενός μηχανικού και στη δύσκολη, αλλά περισσότερο ενδιαφέρουσα ζωή των τεσσάρων γραμμών ενός χορτοτάπητα. Και κάπως έτσι, ξεκίνησε να γράφει τη δική του προπονητική ιστορία το 1987.
Στην αγαπημένη του Εστορίλ, ο Φερνάντο ξεκίνησε τα νεογνά του βήματα ως κόουτς και από την πρώτη κιόλας στιγμή είχε φροντίσει να βάλει τη δική του σφραγίδα. Οδήγησε την αγαπημένη του ομάδα από την Γ’ Εθνική Κατηγορία στην Primeira Liga (Α’ Εθνική Κατηγορία) και με την πρώτη την έφτασε ως την έβδομη θέση του βαθμολογικού πίνακα (πρόκειται για τη μέχρι σήμερα καλύτερη πορεία της Εστορίλ στο πρωτάθλημα). Έπειτα από ένα τετραετές πέρασμά του από την Αμαδόρα και όντας πλέον σε ηλικία 44 ετών (1998) τον «λιγουρεύτηκε» η Πόρτο και τον έκανε δικό της. Ο Φερνάντο Σάντος έμελλε να την οδηγήσει στην κατάκτηση του πρωταθλήματος και του πορτογαλικού Super Cup ήδη από την πρώτη του σεζόν εκεί, ενώ τη σεζόν 1999-2000 οδήγησε τους «Δράκους του Ντραγκάο»* στα προημιτελικά του Champions League, καθώς επίσης και στην κατάκτηση του Κυπέλλου Πορτογαλίας και ξανά του Super Cup. Τα κατορθώματά του δε θα μπορούσαν να περάσουν απαρατήρητα από τη FIFA, η οποία τον ανακήρυξε το 2000 τον ένατο καλύτερο προπονητή στον κόσμο.
Οι μετοχές του ανέβηκαν τότε στα ύψη και ο «Ελ Μεκάνικο» της προπονητικής πήρε την απόφαση να έρθει στην Ελλάδα για λογαριασμό της ΑΕΚ το 2001. Το 2002 την οδηγεί στην κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδας και χάνει στο νήμα τον τίτλο από τον Ολυμπιακό. Ένα σύντομο πέρασμα από τον Παναθηναϊκό και ξανά πίσω στα πάτρια εδάφη για λογαριασμό της Σπόρτινγκ που εδρεύει στη γενέτειρά του, τη Λισσαβώνα. Το 2004 επιστρέφει στην ΑΕΚ, όπου βασιζόμενος σε ρόστερ χαμηλού μπάτζετ και νεαρής κυρίως ηλικίας φτάνει και πάλι μια ανάσα από την κατάκτηση του πρωταθλήματος.
Το 2006-2007 θα εργαστεί σε μια ακόμα μεγάλη ομάδα της χώρας του, την Μπενφίκα (εδρεύει επίσης στη Λισσαβώνα) και θα τερματίσει με αυτή στην τρίτη θέση του πρωταθλήματος. Το 2007 παίρνει την απόφαση να επιστρέψει στην Ελλάδα και να εργαστεί στον ΠΑΟΚ του πολύ καλού του φίλου και συνεργάτη Θεόδωρου Ζαγοράκη. Τα πράγματα εκεί δεν ξεκίνησαν και πολύ καλά για τον Φερνάντο Σάντος, καθώς την πρώτη του σεζόν, ο «Δικέφαλος του Βορρά» κατέλαβε την ένατη θέση. Ο Ζαγοράκης, ωστόσο, τότε έκανε το αυτονόητο. Για να προχωρήσει μια ομάδα και να υπάρχει βελτίωση, πρέπει να υπάρχει παράλληλα και ένα σταθερό πλάνο και τα όποια συμπεράσματα -θετικά και αρνητικά- πρέπει να βγαίνουν μετά την ολοκλήρωση αυτού.
Πώς ολοκληρώθηκε το τριετές πλάνο; Τη σεζόν 2008-2009 ο ΠΑΟΚ του Φερνάντο Σάντος τερμάτισε στην τέταρτη θέση, ενώ την επόμενη σεζόν διεκδίκησε μέχρι το πρωτάθλημα και εντέλει το έχασε στο νήμα. Όσο για τον Σάντος; Το 2010 ψηφίστηκε από εκπροσώπους του ελληνικού ποδοσφαίρου ο καλύτερος προπονητής της δεκαετίας, αλλά μάλλον αυτοί δεν ξέρουν… Πήγε στην Εθνική Ελλάδας το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου, έμεινε αήττητος στα 17 πρώτα του ματς εκεί (δέκα νίκες, επτά ισοπαλίες) και την οδήγησε με απόλυτη επιτυχία στα τελικά του Euro 2012.

Ως Θεσσαλονικιός και ΠΑΟΚτσής (δεν το κρύβω) θυμάμαι πολύ καλά την τριετία του Φερνάντο Σάντος στην ομάδα. Δεν έγινε ποτέ φίλος με τους οπαδούς και δε λαΐκισε ποτέ. Ναι, έβγαλε τον ΠΑΟΚ ένατο την πρώτη του χρονιά. Ναι, αυτή ήταν η χειρότερη θέση που έχουν καταλάβει οι Θεσσαλονικείς από το 2000 και μετά. Ωστόσο, είχε προειδοποιήσει τους πάντες: «Έχουμε σαρδέλες και τους βλέπετε σαν αστακούς», είχε πει αναφορικά με τους ποδοσφαιριστές που είχε στη διάθεσή του και την επιβεβλημένη οικονομική εξυγίανση που έπρεπε να γίνει για να είναι ο σύλλογος βιώσιμος. Λοιδορήθηκε γι’ αυτό, γιατί του οπαδού του αρέσει να κάνει όνειρα (έστω και αν αποδειχτούν απατηλά). Αναρωτιέμαι μόνο πόσο χειρότερα θα ήταν τα πράγματα, αν ο Φερνάντο Σάντος έθετε ως στόχο την κατάκτηση του πρωταθλήματος, δίνοντας στους φιλάθλους φρούδες ελπίδες. Την απάντηση, την έδωσε ο ίδιος ο «Ελ Μεκάνικο», όταν μέσα από σαφώς ποιοτικότερο ρόστερ ποδοσφαιριστών οδήγησε τον ΠΑΟΚ μέχρι τα προκριματικά του Champions League. Η κριτική στο πρόσωπό του δε σταμάτησε ούτε και τότε, γιατί πολλοί θεωρούσαν το ποδόσφαιρο που έπαιζε ηττοπαθές. Τι συνέβη στη μετά-Σάντος εποχή; Ο Δικέφαλος τερμάτισε πέρυσι τέταρτος και φέτος πέμπτος. Όντως, loser αυτός ο προπονητής…
Δεν ξέρω αν και πάλι γίνομαι υπερβολικός, η ουσία ,ωστόσο, είναι ότι δε γίνεται να αποκαλεί κάποιος έναν προπονητή μετριοπαθή, επειδή γνωρίζει μέχρι πού φτάνουν τα όρια της ομάδας που προπονεί. Δεν είχε ποτέ στη διάθεσή του ούτε τον Λιονέλ Μέσι ούτε τον Κριστιάνο Ρονάλντο για να παρουσιάσει θεαματικό ποδόσφαιρο. Είναι ένας δάσκαλος της τακτικής και για μένα και η τακτική είναι θέαμα. Έχει δεχτεί κριτική, γιατί δεν έχει κερδίσει πολλούς τίτλους συγκριτικά με τα χρόνια που βρίσκεται στους προπονητικούς πάγκους. Εγώ θα πω ότι έξι τίτλοι δεν είναι και λίγοι. Άλλωστε, ούτε η Μπενφίκα, ούτε η Σπόρτινγκ Λισσαβώνας και πόσω μάλλον η ΑΕΚ ή ο ΠΑΟΚ δεν έχουν κερδίσει δα και τόσους πολλούς τίτλους που μία παρά τρίχα κατάκτηση κάποιου να συνιστά αποτυχία. Εξάλλου, δίνει και πάλι τις δικές του απαντήσεις μέσα από την πορεία του με την Εθνική μας Ομάδα. Τα στατιστικά μιλούν από μόνα τους. Είμαστε αήττητοι σε όσους επίσημους αγώνες έχουμε δώσει με αυτόν στον πάγκο και βρισκόμαστε στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα που διεξάγεται στην Ουκρανία και την Πολωνία και θα λάβει χώρα 8 Ιουνίου με 1η Ιουλίου.
Τρία είναι τα συστήματα, στα οποία αρέσκεται να παίζει ο Φερνάντο ως προπονητής. Το 4-3-3, το 4-2-3-1 και το 4-4-2 με ρόμβο. Σκοπός του παρόντος κειμένου δεν είναι μια ανάλυση των χαρακτηριστικών του κάθε συστήματος και γι’ αυτό δε θα προτιμήσω να επεκταθώ περαιτέρω. Για μένα, εξάλλου, δεν έχει σημασία το τι σύστημα θα παίξει μια ομάδα, αλλά το πώς θα το παίξει. Όλα μπορούν να παιχτούν και με επιθετικό και με αμυντικό τρόπο. Ο Φερνάντο Σάντος συνηθίζει να τα παίζει σωστά και σε κάθε εφαρμογή οποιουδήποτε συστήματος χρησιμοποιεί να παίρνει από τους παίκτες του τουλάχιστον το 100%. Ένα άλλο μότο που τον ακολουθεί, εξάλλου, είναι αυτό που έχει πει και ο μεγαλύτερος μπασκετμπολίστας όλων των εποχών, Μάικλ Τζόρνταν: «Το ταλέντο κερδίζει τους αγώνες, αλλά το ομαδικό πνεύμα και η ευφυΐα τα πρωταθλήματα». Το ιδεατό θα ήταν όλα αυτά να συνδυαστούν. Όταν, όμως, αυτό δε γίνεται, πρέπει τουλάχιστον να υπάρχουν τα δύο τελευταία.
*προσωνύμιο της Πόρτο
Κώδικας: Επιλογή όλων
http://pacific.jour.auth.gr/emmeis/?p=5817
Γιατί θαυμάζει τον Σάντος ο Μουρίνιο
Τετάρτη, 20 Μαρτίου 2013 - 19:15
Ο Βασίλης Σαμπράκος διαβάζει πίσω από την νέα δήλωση – παράσημο του Special One για τον προπονητή της Εθνικής Ελλάδας.
Οταν χρειάστηκε να κάνει αναφορές σε ονόματα προκειμένου να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό ότι η Πορτογαλία έχει πολύ σημαντικούς προπονητές, ο Ζοσέ Μουρίνιο χρησιμοποίησε ως πρώτο το όνομα του Φερνάντο Σάντος.
Στην συνέντευξή του στο πορτογαλικό RTP1, ναι στην ίδια συνέντευξη όπου κατηγόρησε την FIFA ότι του έκλεψε τη Χρυσή Μπάλα των προπονητών και την έδωσε στον Ντελ Μπόσκε, ο Μουρίνιο, το βράδυ της Τρίτης είχε μόνο καλά λόγια για τον προπονητή της Εθνικής ομάδας της Ελλάδας.
Αφού προηγουμένως είπε ότι “ο Ρουί Φαρία είναι ο καλύτερος”, για να παινέψει τον συνεργάτη του στη Ρεάλ, ο Special One έπλεξε το εγκώμιο του Σάντος. “Υπήρξε προπονητής στις τρεις τοπ ομάδες της Πορτογαλίας, υπήρξε σε τοπ ομάδες της Ελλάδας, και κάνει όλα αυτά τα σημαντικά που κάνει με την Εθνική της ομάδα. Είναι ένας σπουδαίος, σπουδαίος προπονητής ο Φερνάντο Σάντος”, ήταν η αναγνώριση προς τον τεχνικό της Ελλάδας από τον τεχνικό της Ρεάλ. Στη συνέχεια ανέφερε και τους Αντρέ Βίλας Μπόας, Ζόρζε Ζέσους, Ζοσέ Πεσέιρο, Ζεσουάλντο Φερέιρα, δίχως ειδική μνεία στη δουλειά τους, ή κάποιο επιπλέον σχόλιο για την αξία του καθενός.
Πώς έγινε αυτό; Πώς έχει φτάσει ο “Μου” να στέλνει sms με συγχαρητήρια προς τον Σάντος μετά από κάθε ελληνική επιτυχία; Πώς γίνεται να έχει καλά λόγια ο Μουρίνιο για έναν προγενέστερό του, με δεδομένη τη χρόνια κόντρα του με τους προπονητές της παλιάς σχολής, τους “εμπειρικούς”, οι οποίοι εξαρχής αντιμετώπισαν περίπου φοβικά τους “προπονητές του πανεπιστημίου” με πρώτο τον “διερμηνέα” Μουρίνιο;
Η εξήγηση αυτής της σχέσης σεβασμού και εκτίμησης, που δεν είναι καθόλου προσποιητή, όπως αποδεικνύει η έγνοια του Μουρίνιο να συναντά τον Σάντος σε κάθε ευκαιρία που τους δίδεται στη Λισσαβόνα, όπως συνέβη τον περασμένο Δεκέμβριο, είναι το μεγαλύτερο προτέρημα του προπονητή της Εθνικής Ελλάδας: μέσα από το συντηρητικό περίβλημα που καλύπτει την όψη και, ορισμένες φορές, τις επιλογές του σε τακτικές και σχηματισμούς κρύβεται ένα ανήσυχο πνεύμα που νοιάζεται να εξελιχθεί.
Ο Σάντος ήταν παιδί της παλιάς σχολής, των μονοδιάστατων προπονητών, που είχαν την ευθύνη για όλα, από την εκγύμναση των παικτών και την παρακολούθηση των αντιπάλων μέχρι την επιλογή του φαγητού και της καθημερινής διατροφής των παικτών. Σε αντίθεση όμως με την συντριπτική πλειονότητα των συναδέλφων του της δικής του γενιάς και των προηγούμενων, ο Σάντος αντιλήφθηκε εγκαίρως την αλλαγή στη φύση και τις απαιτήσεις που είχε και έχει η θέση. Το 'πιασε νωρίς ότι πρέπει να εξελιχθεί σε διευθυντή, σε μάνατζερ, αλλά και ότι πρέπει να αποκτήσει σφαιρική γνώση που θα του επιτρέπει να επιλέγει και να ελέγχει τους συνεργάτες στους οποίους εμπιστεύεται κάθε μια από τις δουλειές που δεν είναι πλέον επιστήμη του προπονητή.
Ο Σάντος εξελίχθηκε και επιμορφώθηκε σαν προπονητής επειδή εξελίσσεται, επιμορφώνεται και εκσυγχρονίζεται σαν άνθρωπος. Καθημερινά βλέπει τον εγγονό του μέσω skype και μιλά με τα παιδιά του με κάθε τελευταία εφαρμογή που βρίσκει στο app store για το κινητό του. Περνά αμέσως στον υπολογιστή του όλα τα τελευταία τεχνολογικά βοηθήματα της προπονητικής, τα οποία παρακολουθεί στενά ο – πολύ νεότερος – συνεργάτης του, ο Ρικάρντο Σάντος. Παρακολουθεί την τεχνολογική εξέλιξη, που επηρεάζει το ποδόσφαιρο, πολύ περισσότερο από τους συνομηλικους του.
Το ανήσυχο πνεύμα και η εξέλιξη είναι αυτό που εκτιμά στον Σάντος ο Μουρίνιο, αυτό που τον έχει κάνει να ξεχωρίζει τον προπονητή της Εθνικής από όλους τους μεγαλύτερης ηλικίας από αυτόν συμπατριώτες του και να τον αναφέρει ως τον πιο σημαντικό. Κι εκεί κρύβεται η “μαγκιά” του Σάντος: αντιλαμβάνεται ως “παράσημο” τον έπαινο του συμπατριώτη του, κι ας έρχεται αυτό από έναν μικρότερης ηλικίας προπονητή. Διότι ο Σάντος τον αναγνώριζε, το θυμάμαι καλά από τις κουβέντες μας πριν από περίπου μια 10ετία, ως σημαντικό προπονητή από τον καιρό που όλοι οι συνάδελφοί του τον χαρακτήριζαν, απαξιωτικά, διερμηνέα.
Το ανήσυχο πνεύμα είναι αυτό που δεν άφησε τον Σάντος να καθίσει στα αβγά του, δηλαδή στην Εθνική ομάδα, και να εκπονήσει σχέδιο για την δημιουργία εθνικού ελληνικού ποδοσφαίρου, ένα πρόγραμμα που έχει πάρει επάνω του ο Λεωνίδας Βώκολος με την υποστήριξη του Τάκη Φύσσα. Το πρόγραμμα που ξεκινά να εφαρμόζει η ΕΠΟ, με καθυστέρηση τόσων δεκαετιών, για να βάλει επιτέλους προδιαγραφές στο εθνικό ποδόσφαιρο και να εφαρμόσει μια μέθοδο εκπαίδευσης, η οποία θα μεγαλώνει καλύτερους, καλύτερα εκπαιδευμένους, πιο έτοιμους Ελληνες ποδοσφαιριστές από ποτέ. Προφανώς όχι τυχαία, ο Σάντος είναι ο μόνος που πήρε τη δουλειά που του έδωσε η ΕΠΟ πολύ περισσότερο στα σοβαρά, και δεν αρκέστηκε στα 5θήμερα προπόνησης της Εθνικής ομάδας των Ανδρών. Διότι είναι με διαφορά ο πιο ανήσυχος από τους σημαντικούς προπονητές που πάτησαν την τελευταία 10ετία το έδαφός μας.
Κώδικας: Επιλογή όλων
http://www.gazzetta.gr/bloggers/article/382568-giati-thaymazei-ton-santos-o-moyrinio
O ΠΑΟΚ θέλει τον καρπουζ... εε Μηχανικό του!

[youtube]fcxbSqrpTw4[/youtube]
Iβάν παρ' τον πίσω με τον ίδιο τρόπο που μας τον "άρπαξε" η ΕΠΟ...!




