Λέβινγκστον: «Λάθος μου που έφυγα»
Στην αναδρομή που κάναμε στο νοσταλγικό 1992 ο Κλιφ Λέβινγκστον δεν είχε καμιά αντίρρηση να θυμηθεί έναν προς έναν τους πρωταγωνιστές και να αναλύσει τις σκέψεις του Πάνω από όλα, όμως, σημείωσε αυτό: «Στο τέλος της χρονιάς έφυγα και πήγα στην Ιταλία, εν συνεχεία επέστρεψα στο ΝΒΑ κ.τ.λ. κ.τ.λ Σήμερα έχω καταλήξει στο εξής συμπέρασμα: Εκείνη τη χρονιά δεν έπρεπε να φύγω από τον ΠΑΟΚ. Επρεπε να δεχτώ τη μειωμένη πρόταση που μου είχαν κάνει. Διότι ακολούθως κατάλαβα ότι ομάδα σαν τον ΠΑΟΚ, κόσμο σαν αυτόν του ΠΑΟΚ και πόλη σαν τη Θεσσαλονίκη δεν θα έβρισκα ποτέ ξανά στη ζωή μου».
Πάμε, λοιπόν.
Ντούσαν Ιβκοβιτς: «Είναι γνωστό πως δεν είχαμε τις καλύτερες σχέσεις, αλλά ούτε τις χειρότερες. Είχε μεγάλες επιτυχίες προτού έρθει στον ΠΑΟΚ, ακολουθούσε το δικό του στυλ, αλλά μόνον αυτό. Για τον κόουτς δεν υπήρχε άλλος τρόπος, παρά μόνο ο δικός του. Για παράδειγμα, εγώ είχα συνηθίσει να ζω διαφορετικά, να κοιμάμαι διαφορετικά, να τρώω διαφορετικά, να ντύνομαι διαφορετικά, να προπονούμαι διαφορετικά, να παίζω διαφορετικά. Λογικό δεν είναι; Ε, αυτό δεν μπορούσε να το καταλάβει ποτέ ο κόουτς. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν με σεβάστηκε. Γενικώς δεν μου ζήτησε να κάνω πολλά πράγματα. Δεν με προκάλεσε. Κι αυτό ήταν ένα μικρό πρόβλημα για εμένα».
Μπάνε Πρέλεβιτς: «Ηταν παίκτης νικητής. Κάποιες φορές ίσως περισσότερο απ' όσο θα έπρεπε. Για παράδειγμα, στην τελευταία φάση του ημιτελικού στο ΣΕΦ θα μπορούσε να μου πασάρει την μπάλα, αλλά δεν την πάσαρε. Τον γούσταρα, όμως, διότι δεν κρυβόταν. Είχε τα αρχ να πάρει όλα τα τελευταία σουτ. Και δεν άφηνε κανέναν άλλον. Αυτό βέβαια είναι και καλό και κακό».
Παναγιώτης Φασούλας: «Σίγουρα θα μπορούσε να έχει δουλέψει περισσότερο. Είχε τρομερές προδιαγραφές».
Τζον Κόρφας: «Ηταν περιορισμένος, αλλά έκανε ό,τι μπορούσε σε κάθε ματς».
Κεν Μπάρλοου: «Θυσίαζε τα πάντα για την ομάδα. Ηταν υπόδειγμα παίκτη».
Παρά τα χρονάκια του (έχει πατήσει τα 48 ήδη), όταν του ζητήσαμε κάρφωσε με ευκολία την μπάλα στο καλάθι. Τόσα προσόντα που είχε, ακόμα κι αν μειωθούν δεν γίνεται να εξαντληθούν. Ως προπονητής τώρα πια το όνειρό του είναι να οδηγήσει μαζί με τον Ντέιβισον το Κατάρ στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Μετάνιωσε που πήγε στην Ιταλία, γιατί «εκεί δεν υπήρχε τίποτα που να θυμίζει τη χημεία που είχαμε στον ΠΑΟΚ... Ηταν η ομάδα του ενός, του Ντανίλοβιτς, γύρω από τον οποίο λειτουργούσε όλο το σύστημα. Ηταν πολύ εγωιστής και συμφεροντολόγος. Δεν υπήρχε ομάδα, παρά μόνον αυτός».
Θυμάται τη συνύπαρξή του με τον Φιλ Τζάκσον («ακόμα κι όταν δεν με έβαζε, εγώ σκεφτόμουν ότι το έκανε για να μην ανανεωθεί η οψιόν που είχα στο συμβόλαιο, αλλά μου εξήγησε ότι εμένα δεν μου ταίριαζαν οι ανατολικές ομάδες»), τον Τζόρνταν («είναι ο απόλυτος θεός του μπάσκετ. Μιλάμε ακόμα 2-3 φορές το χρόνο») και την Ατλάντα «η μοναδική ομάδα που μου θυμίζει τον ΠΑΟΚ».
«Η ήττα με πόνεσε πολύ»
Στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, άγρια χαράματα, τρεις φίλοι περπατούν... Καλοβαλμένοι, σοβαροί άνθρωποι.
Η διάλεκτος που χρησιμοποιούν είναι ακαταλαβίστικη στα πρώτα 10 λεπτά, καθότι εκφράσεις όπως «τα φώτα πολυτελείας» (σημαίνει Αθήνα), τα «μελανοδοχεία» (σημαίνει δημοσιογράφοι) δεν είναι αμέσως κατανοητές.
Η πατρίδα τους είναι ο αθλητισμός και η θρησκεία τους ο ΠΑΟΚ Ακούγοντας λοιπόν τα πρόσωπα της παρέας να μιλούν διαισθάνεται κανείς αμέσως τη νοσταλγία και την πίκρα για τη χαμένη ευκαιρία του 1992.
Για αυτούς δεν υπάρχει Πρέλεβιτς, υπάρχει μόνο Μπάνε και επίσης δεν γνωρίζουν κανέναν Λέβινγκστον
Το όνομα και το επώνυμό του είναι Κλιφ. Στις συνειδήσεις των ΠΑΟΚτσήδων (και όχι ΠΑΟΚτζήδων, όπως τους αρέσει να διορθώνουν) ο Αμερικανός είναι κάτι περισσότερο από είδωλο.
Επειτα απ' όλα τούτα, η επιστροφή του μεγάλου Κλιφ στην Ελλάδα, πρώτη φορά μετά το 1993, δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη. Κάθε άλλο. Ας μην ξεχνιόμαστε, είναι ο άνθρωπος που ξεσήκωσε τον εκπληκτικό κόσμο του ΠΑΟΚ στο πόδι. Ηρθε στη Θεσσαλονίκη φορτωμένος με δαχτυλίδια πρωταθλητή στο ΝΒΑ με τους Σικάγο Μπουλς, από τους πλέον δημοφιλείς Αμερικανούς που πέρασαν ποτέ στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Το ραντεβού μας ήταν προγραμματισμένο για το πανέμορφο κλειστό της Λεοντείου Σχολής, του γηπέδου που τις τελευταίες ημέρες έχει γίνει το ορμητήριο της εθνικής ομάδας του Κατάρ εν όψει των μελλοντικών υποχρεώσεών της και με απώτερο στόχο τη διάκριση στο Πανασιατικό Πρωτάθλημα, την πρόκριση στον Παγκόσμιο και το απατηλό όνειρο των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου. Στο Κατάρ ο Κλιφ Λέβινγκστον είναι βοηθός προπονητή, συνεργάτης του Κεντ Ντέιβισον, από τα χέρια του οποίου πέρασαν ο Γουίλ Μπάινουμ της Μακάμπι Τελ Αβίβ, ο Αντρέας Γλυνιαδάκης και ο Αντονι Γκράντι.
«Πέρασαν κιόλας 15 χρόνια, ε;» αναρωτήθηκε ο Κλιφ Λέβινγκστον μόλις μας αντίκρισε Φιλικός και χαμογελαστός όπως πάντα «Να σου πω την αλήθεια, βλέποντας από τον ουρανό το έδαφος της Αθήνας ένα πράγμα ευχόμουν να γίνει Να φύγουμε και να προσγειώσουμε το αεροπλάνο στη Θεσσαλονίκη. Οπως τότε Πόσο θα 'θελα να ξαναπάω σε αυτή την πόλη!» Ο λόγος του είναι συνεχής, αδιάκοπος και γεμάτος συναίσθημα. Θυμάται τα πάντα από εκείνη τη μαγική χρονιά στον ΠΑΟΚ Τα πρόσωπα, τα γεγονότα, τις στιγμές Και ξεχωρίζει: «Είναι τέσσερα σημεία που δεν πρόκειται να τα ξεχάσω ποτέ Ασφαλώς η υποδοχή του κόσμου του ΠΑΟΚ σε εμένα. Ηταν κάτι ανεπανάληπτο. Ακολούθως, το πρώτο παιχνίδι μου στο Αλεξάνδρειο. Οταν αρχικά μπήκα για ζέσταμα μία ώρα πριν από το ματς όλα ήταν νορμάλ κι όταν επέστρεψα ένα πυκνό σύννεφο καπνού είχε καλύψει τα πάντα. Ηταν ο καπνός των τσιγάρων. Σοκαρίστηκα. Θυμάμαι επίσης πως κάποια στιγμή πήγα να παρακολουθήσω έναν ευρωπαϊκό αγώνα του Αρη και βρέθηκαν κάποιοι που άρχισαν να με φτύνουν και να με βρίζουν. Τέλος, έχω στο μυαλό μου ένα ματς με την Ορτέζ, που είχε μετατραπεί σε διαγωνισμό καρφωμάτων μεταξύ εμού και του Μουρεσάν».
Η παραφιλολογία για εκείνη την εποχή του ΠΑΟΚ δεν έχει βρει απαντήσεις. Ισως θα χρειαζόταν, ίσως και όχι. Πολλοί είναι, πάντως, που ακόμα και σήμερα δεν μπορούν να εξηγήσουν την αποτυχία του "δικέφαλου" στο φάιναλ φορ της Αθήνας «Υπήρξαν δύο βασικά προβλήματα τότε Το πρώτο αφορούσε εμένα Εγώ ερχόμουν από το ΝΒΑ και, ξέρεις, για όλους εμάς εκείνη την εποχή ό,τι δεν είχε σχέση με το ΝΒΑ ήταν κάτι παντελώς άγνωστο. Το ΝΒΑ ήταν bigger than life (μεγαλύτερο και από τη ζωή). Οταν ήρθα στην Ελλάδα δεν είχα ιδέα πόσο σημαντικό ήταν το τρόπαιο για την ομάδα. Δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι σε ένα τέτοιο τουρνουά όπως το φάιναλ φορ δεν εκπροσωπείς μόνο μία ομάδα αλλά μια ολόκληρη χώρα. Προσωπικά ποτέ δεν το κατάλαβα αυτό. Μόνο μετά την ήττα από την Μπένετον το αντιλήφθηκα. Δεν μου το εξήγησε κανείς. Το άλλο πρόβλημα που είχαμε ήταν ότι ήμασταν αρκετά επιθετικοί. Η ήττα με πόνεσε πάρα πολύ, όπως όλους τότε στην ομάδα. Αφήσαμε όμως την κατάσταση να έρθει σε αυτό το σημείο και να κριθεί το ματς στο τελευταίο σουτ. Αν ήμασταν πιο επιθετικοί σε όλο το ματς και είχαμε τον έλεγχο όπως ακριβώς μπορούσαμε να κάνουμε, δεν θα φτάναμε έως εκεί».
http://www.goalday.gr/article.asp?catid ... id=1621271